Eros sucks. Δε ξέρω για εσάς, για μένα ο έρωτας είναι το πιο δίπολο συναίσθημα που έχω βιώσει μέχρι σήμερα. Δε μιλώ για όταν αρχίζουν τα άσχημα, επέρχονται χωρισμοί, κλάματα και πολλή σοκολάτα με αλκοόλ. Είναι σκατά από τη μέρα που εμφανίζεται στη ζωή και πετάνε καρδούλες από τα γεμάτα λακ μαλλιά σου. Ο πραγματικός έρωτας σε μεταμορφώνει στο είδωλο που δεν ήθελες να δεις στον καθρέφτη σου. Το είδωλο που κάμπτεται και δεν επιλέγει. Έρωτας είναι να αλλάζεις προτεραιότητες, δομή σκέψης, την αφή της ωρίμανσής σου, τον τρόπο που βλέπεις τα πράγματα.

Γάματα.

Έρωτας είναι να κοιτάς τον άλλο και να νιώθεις πλήρης, να σε γεμίζει κάθε δευτερόλεπτο χωρίς να αναζητάς το επόμενο. Η ροζ γκοφρετίτσα που ζούσες χρόνια έχει φαγωθεί λαίμαρμα από το φτερωτό έρωτα και εσύ δε ξέρεις πια που μένεις. Έρωτας είναι οι ατελείωτες ώρες που σπαταλάς ψάχνοντας το κατάλληλο άρωμα και φορώντας προσεκτικά τα ρούχα σου.

Και όλα αυτά να σε κάνουν να θέλεις να τρέξεις. Δε μπορείς. Τον μισείς.

Που προβάρεις τα λόγια που ποτέ δε λες όπως θα ήθελες. Που γίνεσαι κακός, γλυκός, χαρούμενος και δυστυχισμένος μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. Που σου ορίζει τη διάθεση το χαμόγελο ή τα δάκρυά του. Που ξέρεις από την αρχή οτι παίζεις ένα παιχνίδι που ήδη έχεις χάσει και ο αγώνας δρόμου με τον εαυτό σου, φαντάζει αστείο κομμάτι του παρελθόντος σου. Που νοιάζεσαι χωρίς να ξέρεις το γιατί ακόμα. Που θέλεις να τον προστατέψεις σα να ήταν απο γυαλί νευριάζοντας που εσύ είσαι ο εύθραυστος πια.

Εύχεσαι να έσπαγε ενώ τον κρατάς προσεκτικά για να μη σου γρατζουνιστεί.

Το πιο εγωιστικό συναίσθημα του κόσμου. Ζεις για αυτό μέσα από τον ίδιο σου τον εαυτό. Η ζωή σου είναι πια μια φωτογραφία που μεγαλεπήβολα πρωταγωνιστεί εκείνος και όλα τα άλλα γύρω θολώνουν. Θέλεις να κάνεις τα πάντα, για να πάρεις την ανταμοιβή του οτι το έκανες εσύ και σε σένα οφείλεται το χαμόγελο που κάνει τη ζωή σου πιο ωραία. Να κλαις και να γελάς με την ελπίδα της ανάσας. Να κοιτάς τα μάτια του και να πεθαίνεις την ώρα που ανασταίνεσαι. Να συγκινείσαι με την ευλογημένη ώρα που πάτησε το μονοπάτι του δρόμου σου, να αφήνεις πίσω πετραδάκια για να μη ξεχνάς και να στρώνεις μπροστά διαμάντια για να λάμπει ο δρόμός του. Να εκνευρίζεσαι με τον εαυτό σου που βρίσκεις χαριτωμένο το κάθε του ατόπημα. Να απορείς ξέροντας πως θα είσαι εκεί για τον συγχωρείς. Να νιώθεις πως το συναίσθημα αυτό υπάρχει από τη μέρα που γεννήθηκες. Να σε κάνει καλύτερο άνθρωπο και να τρέχεις για να προλάβεις το νου του. Να σε αποσπά από ό, τι κάνεις το φως που παίρνουν τα μάτια και τα χέρια του, όταν ανάβει το πουράκι του με σπίρτο. Να είναι τόσο έντονο που να σου γρατζουνάει την καρδιά. Να είναι τώρα κάποιος άλλος η έμπνευση που μόνος σου είχες για τη ζωή. Να αφήνεις κάποιον να παίρνει αληθινό χώρο από το είναι σου και να θυμώνεις γι’αυτό. Να υπάρχει κάτι που θαυμάζεις πιο πολύ από τον εαυτό σου. Να μισείς και να λατρεύεις που επιτρέπεις στον εαυτό σου να σε ξεπερνά αυτό το συναίσθημα. Να γελάς με τον εαυτό σου που θέλεις να γράψεις το κείμενο σε πρώτο πρόσωπο αλλά φοβάσαι τη ντροπή και τη γραφικότητα.

Τα λέμε ξανά…