Στραβόξυλο γεννήθηκα, στραβόξυλο και θα πεθάνω αγαπημένοι μου.
Από Μαίο μήνα, που το βλέπω να μου έρχεται ψάχνω μέρος να κρυφτώ… Την Αλάσκα ας πούμε.
Ξεκινάνε όλα τα κακά ρε πουλάκι μου, λαμπερός καυτός ήλιος, αντιηλιακά με άρωμα καρπούζι να σε κυνηγάν’ οι μέλισσες, πορτοκαλί-απ’τα σολάριουμ-γκόμενες, βρώμα μασχάλης στο μετρό, μύκητες, ιδρωμένα κορμιά, λευκότερο κονσίλερ γύρω από το μάτι, λαδωμένα μαλλιά και το χειρότερο…κατσαρίδες!
Καλώς ήρθατε στο καλοκαίρι στην Ελλάδα.
Εμείς οι Ελληνάρες, σαν έρθει το καλοκαίρι, άλλο θέμα συζήτησης δεν έχουμε από διακοπούλες, νησάκια και μπανάκια.
Δε μυρίζει καλοκαίρι εάν δεν πλακωθούμε στα κοκτέιλς μοχίτο (το σιχαίνομαι, έχει πράσινα πράγματα μέσα, που δεν ξέρω αν έχει πλύνει ο barman), δε φάμε φρούτα εποχής με το κιλό (τα σιχαίνομαι γενικά), δεν πάμε για μπάνιο στη θάλασσα (ναι, ναι και αυτό το σιχαίνομαι) και δεν ακούσουμε Ημισκούμπρια “Πάμε Όλοι Μαζί σε μιά Παραλία” από το κλάμπ της παραλιακής μέχρι το κομμωτήριο της γειτονιάς (όχι, αυτό δεν το σιχαίνομαι).
Πλέον βέβαια, όλα αυτά τα ωραία τα ποστάρουμε και στα social media, μη και μας πούνε μονόχνωτους-σπιτόγατους. Εκεί, να το δείξουμε το λιώσιμο που τραβάει η πέτσα μας στην παραλία.
Αλήθεια τί χούι είναι αυτό ρε άνθρωποι; Μένετε καλή ώρα στο Παγκράτι, κάνετε μία ώρα να ετοιμάσετε τσαντάρα-ψυγείο με πράγματα προς βρώση και πασάλειψη, άλλη μια ώρα να φτάσετε στην πλησιέστερη παραλία, 15 λεπτά για να απλώσετε την τσαντάρα-ψυγείο πάνω σε ψάθα και να τοποθετήσετε την ομπρέλα στον ομφαλό της γης, τρώτε στη μάπα τον κάθε παπάρα που φωνάζει/παίζει ρακέτες/απλά υπάρχει πλάι σας, μωρά κλαίνε, μανάδες υστερίζουν και μπουκώνουν τυροπιτάκια τα σπαστικά τους, τάβλια να σπάνε, κινητά να βαράνε, τσούχτρες να τσιμπάνε, μύκητες να κωλοτρίβονται… και όλα αυτά ΓΙΑΤΙ;
“Για να δροσιστούμε μωρέ παράξενη, σκάσαμε στους 4 τοίχους”.
Μμμ… ναι, κάτσε να σκεφτώ. Τί να κάθομαι τώρα στα 60 μου τετραγωνικά, με τα 2 κλιματιστικά, τον ανεμιστήρα να βαράει εγκέφαλο και τα παγωμένα μου ποτά; Ας σπαταλίσω 10 ώρες να πάω να ψηθώ στους 42 βαθμούς και να βουτάω στη θάλασσα για 5 λεπτά “για να δροσιστώ”.
Ναι, έχετε δίκιο, λογικό.
Next.
“Ρε παιδί μου, εσύ δε θέλεις να μαυρίσεις; σα το γάλα είσαι”
Άκου να σου πω μικρή μου βλάχα, η ασπρίλα μου είναι χαρακτηριστικό αρχοντιάς, ολόκληρη Μαντόνα και έχει τους σκλάβους να της κρατάνε ομπρέλα για να μη μαυρίσει και θα μου κάνεις και σχόλιο; Άντε λιώσε χρυσή μου, να κρύψεις και την κυτταρίτιδα.
Άιντε.
“Το καλοκαιράκι είναι ωραίο ρε, βγαίνεις θησείο, κάθεσαι στο τραπεζάκι έξω και αράζεις με μπυρίτσα”
Άααακου, άκου, άκου μικρή μου ταγαροφορούσα. ΔΕΝ θα παω στο ΘΗΣΕΙΟ να ΑΡΑΞΩ. Δε μ’αρέσει τίποτα από τα δύο. Και κυρίως δε μαρέσει να “αράζω” με ένα λόχο κατσαρίδες να παραμονεύουν κρυμμένες στο δίπλα σιφώνι ή πεζοδρόμιο ή στα ράστα του άπλυτου που πουλάει κοσμήματα.
Γειά.
Και άλλα τέτοια παραδείγματα-απαντήσεις, που είναι λίγες μόνο από τις αιτίες που ο κόσμος δε με αγαπά πια.
Φαντάζομαι τώρα, πως τα σιχαμένα Αγγλάκια και λοιποί κοκκινομούρηδες θα με βρίζουν από ζήλια και θα με θεωρούν αχάριστη που αντί να “παρτάρω” σε κάποιο νησί, κάθομαι στο σπίτι μου με το κλιματιστικό στους -7, παγάκια μέχρι και στα αφτιά και δεν αφήνω να με ακουμπάει ούτε το χαρτί υγείας.
Ρούχα και λοιπά υφάσματα μου φαίνονται αφόρητα. Μέχρι και την κουρτίνα, με τα δόντια την τραβάω, μην έρθει σε επαφή με δέρμα, προκαλώντας εκρηξη.
Επίσης, πέρα από τους “παραλιάκηδες” υπάρχουν και άλλοι ενοχλητικοί άνθρωποι το καλοκαίρι για τους οποίους τρέφω συναισθήματα κακά και θα ‘θελα να μοιραστώ.
“Δε με ενοχλεί η ζέστη”
Ε, ψιτ, περίεργε, θέλω να ξεριζώσω το δέρμα μου και να το κάνω μεντεσέδες για τις πόρτες του ψυγείου. Δε μπορεί να λες μπροστά μου τέτοιες ατάκες. Το θερμόμετρο φτάνει όρια και τα νεύρα μου επίσης. Φίλε, με τρομάζεις πιο πολύ και απ’ τα ζευγάρια με κοινό προφίλ στο facebook. Γιώργος-Μαρία Βλαχοδήμος Πατριανίδη, κλείσου ίδρυμα.
“Κλείσε το κλιματιστικό, θα αρπάξουμε καμμιά πούντα”
Μμμ, λοιπόν φίλε, έαν θέλεις να λέμε ένα γειά, μάθε πως από αρχές Ιουνίου μέχρι Σεπτέμβριο, η ζωή δε βγαίνει χωρίς το μαγικό αυτό εργαλείο. Έαν δε θέλεις να σε διακτινίσω απευθείας στο σκάφος των Borg, ζήσε με αυτό το ανθρώπινο θαύμα, δροσίσου και σώπασε. Αλλιώς τα κουβαδάκια σου και σ’άλλη παραλία.
“Καλά δεν έχεις κλείσει ακόμα διακοπές;”
Το OCD που με δέρνει αγάπη μου είναι πιο εμφανές και απ’ τη χαζομάρα σου. Εαν ΉΘΕΛΑ να πάω διακοπές, θα το είχα κάνει απο ΠΕΡΙΣΥ το καλοκαίρι και θα είχα reserve μέχρι και ξαπλώστρα. Άστο λοιπόν. Πολύ πιθανό να το αφήσω για Σεπτέμβρη-Οκτώβρη που θα έχετε ξελυσσάξει/ξεμαυρίσει λιγάκι.
“Hello beautiful, are you Greek? What’s your name?”
Τουρίστες μαλάκα μου. Αυτή η μάστιγα.
Παιδί μου, τούτα έρχονται, γίνονται λιάρδα και την πληρώνει οτιδήποτε έχει πόδια, χέρια και κεφάλι. Αυτά παρατηρούν, τα άλλα χάνονται από το πιώμα. Prosopagnosia.
“Καλοκαιρινά Ραντεβού πάνω στο σώμα σου”
Βρε κούκλάκι ζωγραφιστό, δε θυμάμαι και το όνομά σου, δε χρειαζόταν αυτό το τραγούδι για να μας αποδείξεις πόσο κιτς και μπανάλ είσαι. Έβγαλες το συγκρότημά σου ΔΥΤΙΚΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΕΣ, φτάνει και περισσεύει για να μπούμε στο νόημα! Επειδή λείπω και πολλά χρόνια, πείτε μου, αυτό το τραγούδι ακούγεται και σήμερα ή είναι στη φαντασία μου όπως το οτι είμαι ακόμα 22 χρονών;
“Να πας για Camping Σαμοθράκη/Ιθάκη/Κίμωλο, είναι καλή φάση”
Βρε ολόχρυσό μου, τί δε βλέπεις από τον σπασμένο καρπό και το όλο σνομπαρία βλέμμα μου; Αν πάω για κάμπινγκ θα με αποκληρώσει (και αποστειρώσει) ο μπαμπάς μου. Δε μπορώ να τοποθετώ το ισιωμένο από 10 παρθένες μαλλί μου στην πέτρα για να κοιμηθώ. Θέλω πουπουλένιο μαξιλάρι μεσαίου κατα προτίμηση πάχους. Δε μπορώ να χέζω ψηλά και να αγναντεύω με το φόβο μη μπει μέλισσα στον κώλο μου και κολλήσω και καμμιά αρρώστια (βλ. προηγούμενο άρθρο “Οι Γιατροί”). Δε μπορώ να μην έχω ολόσωμο καθρέφτη, σίδερο, διαφορετικά ρούχα κάθε μέρα, τρεχούμενο νερό, τσιμπιδάκι, μακιγιάζ, πιστολάκι, wifi, πρίζες παντού, καυσαέριο, φασαρία.
Με βλέπεις, είμαι μαντάμ.
GET OVER IT.
“Σανδάλια από το μοναστηράκι. Προαιρετικά αλυσιδάκι ή δέρμα στο πόδι.”
Γιατί χρυσά μου κοριτσάκια μου κόβετε την όρεξη για ζωή; Μια Vogue δε έπεσε ποτέ… στο κεφάλι σας;
Λοιπόν, αυτά τα φτηνιάρικα σανδαλάκια που έραψε κάποιος στη Σαμοθράκη καθώς την έπινε, είναι τα ίδια που ξεβάφουν στο δέρμα σας, κάνουν την πατούσα να φαίνεται άρρωστη και εσάς κακόγουστες. Η αλυσίδα στο πόδι είναι τόσο παρωχημένη όσο και αυτή του λαιμού, οπότε δε θα επεκταθώ. Βάψτε και κανά νύχι. Όχι πορτοκαλί, θα με υποχρεώνατε.
“V Μπλουζάκι μέχρι αφαλό, flip flop και λάδι στο κορμί”
Αγόρια μου γλυκά και πολυαγαπημένα, επειδή σας έχω αδυναμία, δεν θα υπεραναλύσω. Έαν το ντεκολτέ σας είναι βαθύτερο από το δικό μου, φοράτε flip flop στο club και αλλοίφεστε σα να ετοιμάζεστε για όργιο με 10 κολλεγιοκόριτσα, δε θα γυρίσουμε να σας κοιτάξουμε. Να είστε σοβαροί και στυλάτοι.
Με αγάπη.
Σας ανέφερα μερικούς από τους λόγους που αυτοπροσδιορίζομαι ως άνθρωπος του χειμώνα.
Πάω τώρα να κάτσω κάτω απο το κλιματιστικό να ξεπαγιάσω, να πάθω πνευμονία να το ευχαριστηθώ.
Τα λέμε ξανά…
Leave a comment